Η Amazon κέρδισε την έφεσή της κατά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής την Τετάρτη, βάση της οποίας απαιτούνταν από τον αμερικανικό τεχνολογικό γίγαντα να επιστρέψει 250 εκατομμύρια ευρώ (303 εκατομμύρια δολάρια) σε φόρους στο Λουξεμβούργο.
Το δικαστήριο της ΕΕ δήλωσε ότι η επιτροπή, ο εκτελεστικός βραχίονας της ΕΕ, απέτυχε να αποδείξει ότι υπήρχε παράνομο φορολογικό πλεονέκτημα στην Amazon από το Λουξεμβούργο - όπου η αμερικανική εταιρεία έχει την ευρωπαϊκή θυγατρική της.
«Χαιρετίζουμε την απόφαση του Δικαστηρίου, η οποία συνάδει με τη μακροχρόνια θέση μας ότι ακολουθήσαμε όλους τους ισχύοντες νόμους και ότι η Amazon δεν έλαβε ειδική μεταχείριση», δήλωσε εκπρόσωπος της εταιρείας στο CNBC μέσω email την Τετάρτη.
Η Amazon είχε κατηγορήσει την Επιτροπή Ανταγωνισμού της ΕΕ και ειδικότερα την επικεφαλής Μάργκαρετ Βεστάγκερ ότι ο ζήλος της να καταδικάσει την Amazon για φοροαποφυγή την κάνει απρόσεκτη με το αποδεικτικό υλικό.
Η ακροαματική διαδικασία πυροδοτήθηκε όταν οι ρυθμιστικές αρχές της χώρας αποφάνθηκαν ότι η φορολογική συμφωνία της Amazon με το Λουξεμβούργο από το 2003 αποτελεί παράνομη κρατική ενίσχυση.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε ως εκ τούτου ότι το Λουξεμβούργο είχε επιτρέψει στην Amazon να μειώσει τα φορολογητέα κέρδη της «στο ένα τέταρτο από αυτό που ήταν στην πραγματικότητα», κατά παράβαση των κανόνων της ΕΕ για τις κρατικές ενισχύσεις.
Το Λουξεμβούργο έχει συχνά κατηγορηθεί ως «εκκολαπτήριο αμαρτίας» και «πρωτεύουσα της φοροδιαφυγής», το δε Ευρωπαϊκό Δίκτυο για το Χρέος και την Ανάπτυξη (Eurodad) το χαρακτήρισε ως τον «ευρωπαϊκό φορολογικό παράδεισο ξεπλύματος μαύρου χρήματος».
Η Επίτροπος Ανταγωνισμού, Βεστάγκερ, δήλωσε το 2017 τα εξής: «Το Λουξεμβούργο χορήγησε παράνομα φορολογικά πλεονεκτήματα στην Amazon. Ως αποτέλεσμα, σχεδόν τα τρία τέταρτα των κερδών της Amazon παρέμειναν αφορολόγητα. Με άλλα λόγια, επιτράπηκε στην Amazon να καταβάλλει τέσσερις φορές λιγότερο φόρο από ό,τι άλλες τοπικές εταιρείες που υπόκεινται στους ίδιους εθνικούς φορολογικούς κανόνες.
Αυτό είναι παράνομο βάσει των κανόνων της ΕΕ περί κρατικών ενισχύσεων. Τα κράτη μέλη δεν μπορούν να παρέχουν σε πολυεθνικούς ομίλους επιλεκτικά φορολογικά πλεονεκτήματα τα οποία δεν είναι διαθέσιμα σε άλλους».
Το 2014 η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η φορολογική απόφαση του Λουξεμβούργου του 2003 και η παράτασή της ως το 2011 μείωσε τη φορολογική επιβάρυνση της Amazon χωρίς βάσιμη αιτιολόγηση.