Σ’ ένα από τα μεγαλύτερα στοιχήματα εξελίσσεται η επιτοκιακή πολιτική της Fed για τις αμέσως δύο επόμενες συνεδριάσεις, με την αγορά να εκτιμά μετά τις τελευταίες ανακοινώσεις για την αγορά εργασίας την Παρασκευή, ότι η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ στις 3 Μαΐου θα προχωρήσει στην τελευταία αύξηση κατά 25 μονάδες βάσης του τρέχοντα κύκλου σύσφιξης.
Όπως φαίνεται παρακάτω, αυτήν την στιγμή οι πιθανότητες για μια αναθεώρηση των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης ανέρχονται σε τουλάχιστον 65,5%, ενώ για την μεθεπόμενη συνεδρίαση της Fed στις 14 Ιουνίου οι πιθανότητες τα επιτόκια να παραμείνουν αμετάβλητα είναι 64,7%. Την ίδια στιγμή όσον αφορά τη συνεδρίαση του Ιουνίου μετρήσιμες είναι και οι πιθανότητες-33,6%- να δούμε ακόμα και μια μείωση επιτοκίων.
Είναι τα πράγματα όμως τόσο απλά για τη Fed;
Οι ελπίδες από την επιβράδυνση στην αγορά εργασίας
Το υπουργείο Εργασίας των ΗΠΑ ανακοίνωσε την Παρασκευή ότι τον Μάρτιο προστέθηκαν 236.000 νέες θέσεις εργασίας. Oι αναλυτές προέβλεπαν ότι θα δημιουργηθούν 239.000 νέες θέσεις εργασίας, ενώ υπενθυμίζουμε ότι τον Φεβρουάριο είχαν ανακοινωθεί 326.000 νέες θέσεις εργασίας και τον Ιανουάριο 472.000.
Το γεγονός ότι η αμερικανική οικονομία δημιούργησε λιγότερες θέσεις εργασίας τον Μάρτιο σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα, με τη μέτρηση να ευθυγραμμίζεται πλήρως με τις προβλέψεις των αναλυτών -κάτι που είχαμε να δούμε μήνες- σημαίνει ότι επιτέλους άρχισε να επιβραδύνεται ο ρυθμός προσλήψεων. Αυτό αποτελεί και ένα από τα ζητούμενα από την Κεντρική Τράπεζα, μιας και η προσπάθεια για αποθέρμανση των τιμών με μια δυνατή αγορά εργασίας δεν διαφέρει ιδιαίτερα από τις κατασκευές στην άμμο δίπλα στην ακροθαλασσιά.
Το ποσοστό της ανεργίας υποχώρησε στο 3,5% από 3,6% τον Φεβρουάριο, παραμένοντας σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, ενώ τα τελευταία στοιχεία για τις εβδομαδιαίες αιτήσεις επιδόματος ανεργίας αποδείχθηκαν χειρότερα απ’ ό,τι αναμένονταν , στις 228.000 αιτήσεις έναντι 200.000, ενισχύοντας τα σημάδια της επιβράδυνσης.
Η αύξηση της ιδιωτικής μισθοδοσίας φάνηκε επίσης να επιβραδύνεται, με τις νέες θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα να κινούνται χαμηλότερα του προσδοκώμενου, ενώ οι διαθέσιμες θέσεις στο σύνολο της οικονομίας υποχώρησαν κάτω του ψυχολογικού ορίου των 10 εκατομμυρίων, για πρώτη φορά από το 2021.
Τέλος το μέσο ωρομίσθιο αυξήθηκε σε μηνιαία βάση 0,3%, ευθυγραμμιζόμενο με τις προβλέψεις των αναλυτών. Σε ετήσια βάση, το μέσο ωρομίσθιο ενισχύθηκε 4,2%. αλλά έδειξε σημάδια ότι η εικόνα των θέσεων εργασίας βρίσκεται στα πρώτα στάδια της επιβράδυνσης.
Δεδομένου ότι πρόκειται για την πρώτη έκθεση για τις θέσεις εργασίας που ήταν κατώτερη των προσδοκιών εδώ και 12 μήνες, τροφοδοτήθηκαν τα πρώτα ψήγματα αισιοδοξίας ότι η πολιτική σύσφιξης αρχίζει επιτέλους να αποδίδει καρπούς και η οικονομία αποθερμαίνεται.
Ενδεικτικό αυτής της αισιοδοξίας ήταν ότι αν και το χρηματιστήριο των ΗΠΑ δεν ήταν ανοιχτό την Παρασκευή λόγω των αργιών του καθολικού Πάσχα, εντούτοις τα futures των δεικτών που ήταν για λίγες ώρες σε διαπραγμάτευση, αντιστάθμισαν τις μικρές απώλειές τους και ανέβηκαν ελαφρώς υψηλότερα αμέσως μετά τη δημοσίευση της έκθεσης για τις θέσεις εργασίας.
Όπως θα δούμε όμως παρακάτω, η απόσταση μεταξύ της αισιοδοξίας για αποθέρμανση της οικονομίας και της σοβαρής ανησυχίας για βαθύτερη ύφεση από τις προσδοκίες είναι εξαιρετικά μικρή.
Υπόκωφες ανησυχίες για μεγαλύτερη και πιο «επικίνδυνη» επιβράδυνση
Όσον αφορά τα στοιχεία εργασίας αξίζει να γίνουν δύο παρατηρήσεις:
Η πρώτη αφορά μια ξεχωριστή έκθεση σύμφωνα με την οποία οι απολύσεις τον Μάρτιο αυξήθηκαν σχεδόν 400% σε σχέση με ένα χρόνο πριν.
Η δεύτερη αφορά τον χρόνο συγκέντρωσης των στοιχείων του Υπουργείου Εργασίας.
Η έρευνα μισθοδοσίας πραγματοποιήθηκε την εβδομάδα αμέσως μετά την «βόμβα» των περιφερειακών τραπεζών των ΗΠΑ. Επομένως δεν είναι ενδεικτική του κλίματος που διαμορφώθηκε στην αγορά και πολλοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι τα δεδομένα του Μαρτίου είναι ουσιαστικά μια αναδρομή στον κόσμο πριν από τα προβλήματα του χρηματοπιστωτικού τομέα, με το «χτύπημα» από τους αυστηρότερους πιστωτικούς όρους να είναι προ των πυλών.
Μέσα από αυτή την οπτική γωνία, είναι πολύ πιθανόν τα στοιχεία από την αγορά εργασίας να συνεχίσουν και στις επόμενες μετρήσεις να καταδεικνύουν επιβράδυνση. Η θετική ανάγνωση μιας τέτοιας εξέλιξης είναι ότι θα ενισχυθεί ακόμα περισσότερο η μετατόπιση των εκτιμήσεων της αγοράς προς το σενάριο του τερματισμού του τρέχοντος κύκλου σύσφιξης.
Η αρνητική ανάγνωση πιθανότατα να προέλθει από την αγορά ομολόγων.
Η αγορά των ομολόγων ήδη από τα μέσα του 2022 υποδεικνύει ότι οι αυξήσεις επιτοκίων από τη Fed μας οδηγούν σε ρηχή ύφεση.
Σύμφωνα μάλιστα με τους πιο πρόσφατους υπολογισμούς της Fed της Νέας Υόρκης, η διαφορά μεταξύ 3μηνων και 10ετών ομολόγων υποδεικνύει πιθανότητα ύφεσης τους επόμενους 12 μήνες περίξ του 58%. Την ίδια στιγμή ο δείκτης παρακολούθησης του ΑΕΠ της Atlanta Fed δείχνει πλέον ανάπτυξη μόλις 1,5% το πρώτο τρίμηνο, ενώ μόλις πριν από δύο εβδομάδες έδειχνε αύξηση έως και 3,5% .
Όλα αυτά αποτυπώνονται κυρίως στις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων, με το κόστος δανεισμού στη 2ετία να έχει αυξηθεί την Παρασκευή στο 3,99% και την απόδοση στον 10ετή τίτλο στο 3,41%, παρά το γεγονός ότι η αγορά πλέον εκτιμά ότι κάπου εδώ ολοκληρώνονται οι αυξήσεις των επιτοκίων.
Βλέπετε, δεν είναι λίγοι όσοι αναρωτιούνται μήπως η Federal Reserve το… παράκανε με τον ρυθμό αύξησης των επιτοκίων, προχωρώντας απότομα σε επίπεδα σύσφιξης τέτοια, που δεν αποκλείεται να μας οδηγήσουν όχι σε μια ρήχη αλλά σε μια βαθύτερη του αναμενομένου ύφεση.
Η αγορά ενέργειας μπορεί να «τινάξει» εκ νέου τα πάντα στον αέρα
Η πιο απλοϊκή απάντηση στις παραπάνω ανησυχίες είναι ότι αν πράγματι η οικονομία διολισθίσει σε βαθύτερη ύφεση, η Fed θα αρχίσει πάλι τις μειώσεις επιτοκίων.
Άλλωστε αυτό που έχουν μάθει οι αγορές από τη Μεγάλη Χρηματοπιστωτική Κρίση 2008- 2009, είναι ότι η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ φροντίζει πάντα να βγαίνει ως ένα σύγχρονο τζίνι από το λυχνάρι της και να μας σώζει από όλα τα οικονομικά προβλήματα.
Δεν μπορούμε βέβαια κάποιοι να μην αναρωτηθούμε αν με το Q3 εξαντλήσαμε και τις τρεις ευχές που είχαμε ως παγκόσμια οικονομία στη διάθεση μας.
Βλέπετε, η σταθερότητα των τιμών και η μέγιστη απασχόληση είναι οι δύο συνθήκες που θέλει μεγάλη μαεστρία για να λειτουργήσουν μεταξύ τους, ειδικά μετά από χρόνια αχαλίνωτης εκτύπωσης που στρέβλωσε θεμελιωδώς την αγορά.
Επιπλέον, οι Κεντρικές Τράπεζες παλεύουν να τιθασεύσουν έναν πληθωρισμό που προέρχεται κυρίως από την πλευρά της προσφοράς μέσω του ελέγχου και του μετριασμού της ζήτησης. Αυτό σημαίνει ότι ο απαιτούμενος χρόνος προκειμένου η επιτοκιακή πολιτική να αντικατοπτριστεί στις τιμές είναι πολλαπλάσιος.
Όταν η πανδημία της Covid-19 «έκλεισε» κοινωνίες και οικονομίες σε όλο τον κόσμο, οι Κεντρικές τράπεζες αλλά και οι κυβερνήσεις άνοιξαν για πολλοστή φορά τους κρουνούς ρευστότητας, προκειμένου να κρατήσουν τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά όρθια.
Χάρη σε αυτά τα μετρητά και το διαδικτυακό εμπόριο παρέμεινε σχεδόν ανέπαφη η ζήτηση, καθώς οι καταναλωτές κλειδωμένοι στο σπίτι στράφηκαν στο διαδίκτυο και κατανάλωναν ό,τι μπορούσαν.
Πολλά όμως από τα εργοστάσια έκλεισαν λόγω των lockdowns, ενώ ταυτόχρονα είχαμε έλλειψη λιμενεργατών, κοντέινερς και οδηγών φορτηγών με αποτέλεσμα να εμφανιστούν τα πρώτα προβλήματα στην προσφορά και η πρώτη σοβαρή άνοδος τιμών.
Όταν τα lockdowns σταμάτησαν, οι πολίτες βγαίνοντας επιτέλους από τα σπίτια τους διψούσαν για υπηρεσίες, με αποτέλεσμα να έχουμε έναν δεύτερο γύρο αύξησης τιμών.
Αν είχαν σταματήσει λίγο πιο νωρίς τα κυβερνητικά προγράμματα στήριξης, ίσως να μην είχε πυροδοτηθεί η τρέχουσα μάστιγα του πληθωρισμού σε αυτόν τον βαθμό.
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία με το νέο σοκ που προκάλεσε στην προσφορά ενέργειας , λιπασμάτων σιτηρών και άλλων βασικών προϊόντων, λειτούργησε εκθετικά στις ήδη εγκατεστημένες πληθωριστικές δυνάμεις.
Ταυτόχρονα εκτίναξε την γεωπολιτική αβεβαιότητα και μαζί της τους προϋπολογισμούς για αμυντικούς εξοπλισμούς σε διεθνή βάση, ενώ ταυτόχρονα δημιούργησε τη σπίθα για την επιτάχυνση της διαίρεσης του εμπορικού κόσμου σε νέα μπλοκ. Η διαίρεση αυτή για πολλές οικονομίες προϋποθέτει τον επαναπατρισμό των εφοδιαστικών αλυσίδων. Αμφότερα, βάζουν επιπλέον λάδι στη φωτιά του πληθωρισμού και είναι θέμα χρόνου να φέρουν τις Κεντρικές Τράπεζες ενώπιον ενός τραγικού διλήμματος: Nα δώσουν προτεραιότητα στον έλεγχο των πληθωριστικών δυνάμεων ή στον έλεγχο της ύφεσης;
Οι πρόσφατες αποφάσεις του OPEC+ για εθελοντική μείωση παραγωγής πετρελαίου , εαν υλοποιηθούν πλήρως, θα φέρουν τις Κεντρικές Τράπεζες μια ώρα αρχύτερα απέναντι σε αυτό το κομβικό δίλημμα, ασκώντας εκ νέου ανοδική πίεση στις τιμές.
Για πολλούς αναλυτές, καθώς οι εθελοντικές περικοπές έχουν «καλό» ιστορικό εφαρμογής,
θα σφίξουν περαιτέρω την αγορά πετρελαίου για το υπόλοιπο του έτους και θα ωθήσουν τις τιμές πάνω από τα 100 δολάρια το βαρέλι, διατηρώντας τες σε αυτό το επίπεδο για το μεγαλύτερο μέρος του υπόλοιπου έτους.
Μια τέτοια εξέλιξη θα τροφοδοτήσει τον παγκόσμιο πληθωρισμό, μη δίνοντας άλλη επιλογή στις Κεντρικές Τράπεζες από την επώδυνη επιστροφή στις αυξήσεις των επιτοκίων.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά,συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.