«Το πεπρωμένον φυγείν αδύνατον» έλεγαν οι πρόγονοί μας. Ο Μπόρις Τζόνσον, μέχρι χθες πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου, σίγουρα ξέρει αυτή την φράση, έχοντας σπουδάσει την αρχαία ελληνική και λατινική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, μαζί με έναν σημαντικό αριθμό μετέπειτα συναδέλφων του στο Συντηρητικό κόμμα. Στην περίπτωση του – υπηρεσιακού πλέον – πρωθυπουργού, ο ίδιος είναι απόλυτα υπεύθυνος για το πεπρωμένο του.
Η συμπεριφορά του, και ο τρόπος με τον οποίον διοίκησε την κυβέρνηση, κατάφεραν να εξοργίσουν ακόμα και τους πιο πιστούς συνεργάτες του, οι οποίοι στο τέλος τον εγκατέλειψαν μαζικά φοβούμενοι πως το κόμμα τους θα οδηγηθεί σε διάσπαση και οι ίδιοι θα την χρεωθούν. Αυτά βέβαια ανήκουν στο παρελθόν, αλλά ήταν και πολύ προβλέψιμα, καθώς ο χαρακτήρας και ο τρόπος συμπεριφοράς του Τζόνσον ήταν γνωστοί εδώ και δεκαετίες σε όσους τον επέλεξαν για αρχηγό του κόμματος των Συντηρητικών.
Η αναγκαστική έξοδος του Τζόνσον ήταν ένα ενδεχόμενο που είχε αρχίσει να θεωρείται όλο και πιο πιθανό τις τελευταίες εβδομάδες, δημιουργώντας ανησυχία στον πολιτικό κόσμο του Ηνωμένου Βασιλείου αλλά και τις αγορές μετοχών, ομολόγων και συναλλάγματος. Η αβεβαιότητα δεν αρέσει ποτέ στις αγορές, και υπ’ αυτή την έννοια μπορούμε να πούμε πως έχουν πάρει μία ανάσα. Τουλάχιστον έχει αποφευχθεί μία παρατεταμένη περίοδος αναταραχής με τον Τζόνσον πρωθυπουργό υπό αμφισβήτηση.
Η μικρή έστω, ανάκαμψη της λίρας Αγγλίας, η οποία σημείωνε πτώση απέναντι σχεδόν σε όλα τα βασικά νομίσματα εδώ και αρκετούς μήνες, είναι μία πρώτη ένδειξη πως οι αγορές χαίρονται που τα πράγματα εξελίσσονται με γρήγορο ρυθμό. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε πως η λίρα δεν έχει πέσει μόνο απέναντι στο αμερικανικό δολάριο, όπως έχει γίνει σχεδόν με όλα τα νομίσματα, αλλά τους τελευταίους μήνες έχει καταφέρει να υποχωρήσει ακόμα και σε σχέση με το – εξαιρετικά αδύναμο – Ευρώ. Αν η διαδικασία εκλογής του διαδόχου του στην ηγεσία του Συντηρητικού κόμματος αρχίσει γρήγορα, θα είναι καλό για τη λίρα, καθώς θα δείξει πως η περίοδος αναταραχής πλησιάζει στο τέλος της.
Πέρα από την καλοδεχούμενη στήριξη που πρόσφερε στη λίρα, η παραίτηση του Τζόνσον φαίνεται πως έκανε καλό και στις διεθνείς αγορές, δίνοντας έναν ακόμα τόνο αισιοδοξίας σε μία γενικά καλή μέρα για τα διεθνή χρηματιστήρια. Προφανώς, τα νέα από το Λονδίνο δεν ήταν η βασική κινητήρια δύναμη των χθεσινών αγοραστών. Η σχετική υποχώρηση των ανησυχιών για τον πληθωρισμό και τα ανοδικά επιτόκια, σε συνδυασμό με τις πληροφορίες του Bloomberg για νέα μέτρα στήριξης της κινεζικής οικονομίας που σκέφτεται να λάβει το Πεκίνο βοήθησαν στη δημιουργία ενός θετικού κλίματος στα διεθνή χρηματιστήρια.
Οι διεθνείς αγορές σίγουρα χάρηκαν από την επίσπευση και το ξεκαθάρισμα των εξελίξεων στο Λονδίνο. Μπορεί όμως να χάρηκαν και για έναν άλλο λόγο. Το ότι ο Τζόνσον είναι ένας από τους πιο αυστηρούς απέναντι στη Ρωσία δυτικούς ηγέτες, ο οποίος δεν έβλεπε με καλό μάτι την οποιαδήποτε προσπάθεια προσέγγισης μεταξύ των δυτικών χωρών και της Ρωσίας, χωρίς να έχει προηγηθεί σαφής στρατιωτική ήττα της Ρωσίας. Μπορούμε λοιπόν να υποθέσουμε πως οι αγορές εκτιμούν πως αυξάνονται οι πιθανότητες για κάποια συνεννόηση μεταξύ των αντίπαλων στρατοπέδων.
Πέρα όμως από το γεγονός πως η είδηση της παραίτησης του Μπόρις Τζόνσον βοήθησε την αγγλική λίρα να ανακόψει την πτωτική της πορεία, και, κατά τα φαινόμενα έπαιξε υποστηρικτικό ρόλο στην καλή χθεσινή πορεία των διεθνών χρηματιστηρίων, το βασικό ερώτημα έχει να κάνει με το τι θα γίνει από εδώ και μετά στο Ηνωμένο Βασίλειο. Τα προβλήματα είναι σημαντικά. Ο πληθωρισμός είναι σε πολύ υψηλά επίπεδα και, σε συνδυασμό με την ενεργειακή κρίση έχει φέρει τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς των πολιτών της χώρας σε πολύ δύσκολη θέση.
Η πολιτική που ακολούθησε σε διάφορους τομείς η κυβέρνηση Τζόνσον ήταν αρκετά αντιφατική: με διάφορες νομοθετικές παρεμβάσεις μείωνε τη δυνατότητα κρατικών παρεμβάσεων στην καθημερινή λειτουργία των επιχειρήσεων, αλλά ταυτόχρονα ανέβαζε πολύ το επίπεδο των κρατικών παρεμβάσεων σε περιπτώσεις εξαγορών και συγχωνεύσεων εταιρειών. Ο ίδιος ο Τζόνσον επιδίωξε τη διακρατική συνεργασία για την αντιμετώπιση της ρωσικής εισβολής, αλλά την ίδια στιγμή προσπαθούσε να ακυρώσει – με αμφισβητούμενης νομιμότητας τρόπο – τη συμφωνία που είχε συνάψει ο ίδιος με την Ευρωπαϊκή Ένωση για το Brexit.
Το πρόσωπο που θα τον διαδεχθεί θα πρέπει να προσπαθήσει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της ακρίβειας, του πληθωρισμού και της ενεργειακής κρίσης, και να ξεκαθαρίσει τις θέσεις του κόμματος και της κυβέρνησης για πολλά άλλα ζητήματα στα οποία δεν υπάρχει ομοφωνία, ούτε στο κόμμα ούτε στη χώρα. Αυτή δεν θα είναι μία εύκολη δουλειά, δεδομένου πως η χώρα είναι ήδη διχασμένη με πολλούς τρόπους: η Σκωτία θέλει να ανεξαρτητοποιηθεί, το Λονδίνο είναι σαν μία διαφορετική χώρα από το υπόλοιπο βασίλειο, η Βόρεια Ιρλανδία και η Σκωτία δεν έχουν ακόμα χωνέψει το Brexit.
Μιλώντας για το Brexit, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ο Τζόνσον είναι ο άνθρωπος που συνέβαλε όσο κανείς άλλος στην έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Υποθέτοντας πως η αποχώρησή του από την πρωθυπουργία θα σημάνει και την αποχώρησή του από την ενεργό πολιτική δράση, αναρωτιόμαστε αν υπάρχει πιθανότητα να ζήσουμε κάποιου τύπου αντιστροφή του χωρισμού του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ε.Ε. Ας μην μας πει κάποιος πως αυτό δεν γίνεται, γιατί τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει περισσότερα πράγματα που θεωρούσαμε παράλογα και αδύνατα από αυτά που θεωρούσαμε λογικά και εφικτά.
Είναι προφανές λοιπόν, πως η διαδοχή του Μπόρις Τζόνσον θα είναι μία διαδικασία με πολύ ενδιαφέρον, όχι μόνο σχετικά με το πρόσωπο που θα τον διαδεχθεί αλλά, κυρίως, σχετικά με την πολιτική που θα ακολουθήσει. Όσο πιο πειστικές απαντήσεις δοθούν στα διάφορα προβλήματα που απασχολούν αυτή τη στιγμή το Ηνωμένο Βασίλειο, τόσο πιο μεγάλες είναι οι πιθανότητες να έχουμε δει και το τέλος της ταλαιπωρίας της αγγλικής λίρας. Αν μάλιστα ακούσουμε κάτι για αλλαγές στο Brexit, τότε ίσως δούμε και μία πιο σοβαρή ανάκαμψη, στο νόμισμα και στο χρηματιστήριο της χώρας. Ας μην βιαζόμαστε όμως, η διαδικασία διαδοχής δεν έχει αρχίσει ακόμα. Θα έχουμε αρκετό χρόνο για να ασχοληθούμε και πάλι με το μέλλον του Ηνωμένου Βασιλείου, της αγγλικής λίρας και του δείκτη FTSE 100.