«Τσιμπούν» τα επιτόκια δανείων - Σε διαπραγματεύσεις οι επιχειρήσεις
shutterstock
shutterstock

«Τσιμπούν» τα επιτόκια δανείων - Σε διαπραγματεύσεις οι επιχειρήσεις

Οι συνεχείς αναγγελίες Λαγκάρντ για νέες αυξήσεις επιτοκίων μετά την προηγούμενη μεγάλη αύξηση κατά 0,75% έχουν αναμοχλεύσει το τοπίο των δανείων και έχουν ήδη κάνει το κόστος του χρήματος ακριβότερο. Με το βασικό επιτόκιο δανεισμού της ΕΚΤ στο 1,25%, το euribor τριμήνου το οποίο είναι η βάση για όλα τα δάνεια με κυμαινόμενα επιτόκια έχει σχεδόν φθάσει σε αυτά τα επίπεδα (1,228%).

Τα περισσότερα δάνεια στην Ελλάδα είναι, όπως και στην υπόλοιπη Ευρωζώνη, δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο. Αυτό αφορά όχι μόνο τα περισσότερα στεγαστικά που δόθηκαν μέχρι και τα μέσα του 2021 ή τα καταναλωτικά δάνεια, αλλά επίσης και τα επιχειρηματικά δάνεια κάθε μορφής και διάρκειας. 

Η επιβάρυνση στα δάνεια από τις αυξήσεις επιτοκίων, έχει ήδη αρχίσει να περνά από το καλοκαίρι και ειδικά μετά την πρώτη αύξηση του Ιουλίου. Μέχρι τον Ιούνιο ο δανεισμός αυξήθηκε με ικανοποιητικά επιτόκια. Τον Ιούλιο και ενόψει αύξησης από την ΕΚΤ, το κλίμα άλλαξε καθώς το euribor πέρασε για πρώτη φορά μετά από 7 χρόνια σε θετικό έδαφος και έγιναν αισθητές οι πρώτες επιβαρύνσεις, με τον ανταγωνισμό των τραπεζών να συγκρατεί μέρος των αυξήσεων.

Ωστόσο, ήδη από το καλοκαίρι δόθηκαν νέα επαγγελματικά δάνεια με επιτόκια πάνω από 6% και επιχειρηματικά δάνεια σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις για ποσά μέχρι 250.000 ευρώ, με επιτόκια πάνω από 4,5%, ενώ τα επιτόκια συνεχίζουν να ανεβαίνουν. Βεβαίως, για μεγαλύτερα δάνεια σε ισχυρότερες επιχειρήσεις τα επιτόκια ήταν 2,50%-3%. 

Κόστος χρηματοδότησης και ανταγωνισμός

Σε αυτό το περιβάλλον, το κόστος δανεισμού των επιχειρήσεων έχει ακριβύνει. Ο ανταγωνισμός των ελληνικών τραπεζών και οι διαπραγματεύσεις των επιχειρήσεων συγκρατούν το κόστος, όπως και η διάθεση των ελληνικών τραπεζών να μην περάσουν όλο το κόστος των αυξήσεων στα δάνεια.

Αλλά δεν κάνει το ίδιο πλέον η επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, που «σιγοντάρει» την άνοδο των επιτοκίων στις αγορές. Καθώς καθυστέρησε να αυξήσει τα παρεμβατικά επιτόκια, βρέθηκε τώρα στη δύσκολη θέση να πρέπει να κάνει τις αυξήσεις μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Το αποτέλεσμα είναι να πρέπει να προετοιμάσει το κλίμα και έτσι με κάθε ευκαιρία επαναφέρει το θέμα προαναγγέλλοντας νέες αυξήσεις, οι οποίες τροφοδοτούν το διαρκές ράλι του euribor.

Κοντά σε αυτά, τα ομόλογα δυσκολεύονται βρουν σταθερότητα. Οι τιμές τους υποχωρούν και έμμεσα ανεβαίνει το κόστος για τα δάνεια με σταθερό επιτόκιο (τα οποία σχετίζονται με τα ομόλογα), ενώ περιστατικά όπως η εκλογή Μελόνι ή η πολιτική της μεγάλης μείωσης φόρων στο Ηνωμένο Βασίλειο τροφοδοτούν την πτώση των τιμών τους διεθνώς και την ανοδική τάση των αποδόσεων.

Το αντίβαρο για το κόστος του χρήματος που έχουν οι ελληνικές επιχειρήσεις σε αυτό το περιβάλλον, είναι τα επενδυτικά κεφάλαια που είναι προνομιακά, χάρη στο Ταμείο Ανάπτυξης, ο ανταγωνισμός των τραπεζών και οι διαπραγματεύσεις για τους καλύτερους δυνατούς όρους.

Τραπεζικά στελέχη αναφέρουν ότι σκοπεύουν να αποφύγουν να περάσουν όλο το κόστος των αυξήσεων στα δάνεια, καθώς θέλουν να συντηρήσουν το αναπτυξιακό κλίμα και να μην επιβαρύνουν τις επιχειρήσεις. Οι τράπεζες επίσης θέλουν να αποφύγουν με κάθε τρόπο νέα φαινόμενα «κόκκινων δανείων». Η αύξηση των επιτοκίων ευνοεί τη βελτίωση των εσόδων τους, αλλά μπορεί να οδηγήσει τις ασθενέστερες επιχειρήσεις σε ασφυξία. 

Στις διαπραγματεύσεις μεταξύ τραπεζών κι επιχειρήσεων οι μεγάλες και ισχυρές επιχειρήσεις έχουν σημαντικά καλύτερες πιθανότητες επιτυχίας. Οι μεγαλύτερες από αυτές έχουν ήδη κλειδώσει μέρος του δανεισμού τους ή χρηματοδοτήθηκαν ήδη με την έκδοση ομολογιακών δανείων. Καθώς έχουν εναλλακτικές λύσεις, μπορούν να διαπραγματευθούν καλύτερα.

Αντίθετα, οι μικρότερες επιχειρήσεις και ειδικά όσες «καίγονται», για κεφάλαια κίνησης ή καταφεύγουν σε «ανοικτά δάνεια», έχουν μικρά περιθώρια για να βελτιώσουν το κόστος χρηματοδότησής τους. Βεβαίως, η ποιότητα της επιχείρησης, η φερεγγυότητά της, ο μικρός δανεισμός και οι εγγυήσεις παίζουν σημαντικό ρόλο στη διαπραγμάτευση του δανείου, ανεξάρτητα από το μέγεθος. Αλλά αυτό μπορεί να σημαίνει ότι επιχειρήσεις που δυσκολεύονται και δε διαθέτουν αυτά τα χαρακτηριστικά δε θα βρουν χρηματοδότηση.