Αγορές: Δια στόματος Μπάφετ
AP/Nati Harnik
AP/Nati Harnik

Αγορές: Δια στόματος Μπάφετ

Aυτό το Σαββατοκύριακο ολοκληρώθηκε η ετήσια συνάντηση των επενδυτών της Berkshire Hathaway. Πρόκειται για κάτι παραπάνω από μια γενική συνέλευση, δεδομένου ότι ο CEO της εταιρείας είναι παγκοσμίως γνωστός για τις οξυδερκείς κινήσεις του και την υπομονετική του φιλοσοφία «αξίας». Κάθε χρόνο λοιπόν, το συγκεκριμένο γεγονός είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για τους επενδυτές να μάθουν πώς βλέπει τα τεκτενόμενα ο Γουόρεν Μπάφετ, ή αλλιώς ο «γκουρού των αγορών».

Ένας τίτλος που του έχει αποδοθεί δικαίως δεδομένου ότι το σύνθετο ετήσιο κέρδος της Berkshire Hathaway ήταν 19,8% από το 1965 έως το τέλος του περασμένου έτους, ήτοι πολύ καλύτερο από το αντίστοιχο 9,9% για τον S&P 500. Πρόκειται για μια συνολική απόδοση 3.787.464% έναντι 24.708% για το δείκτη αναφοράς.

Αν μικρύνουμε το χρονικό πλάνο μπορεί το ιστορικό του Μπάφετ να έχει συμπλεύσει με τον S&P 500 -τα τελευταία 10 χρόνια, η Berkshire έχει απόδοση 11% ετησίως, περίπου ίση με τον S&P 500- όμως δεν παύει να ισχύει το γεγονός ότι η Berkshire Hathaway έχει ιστορικό υπεραπόδοσης κατά τη διάρκεια των υφέσεων και ιδιαίτερα καλής απόδοσης κατά τη διάρκεια των bear markets, σύμφωνα με στοιχεία της Bespoke Investment Group. 

Αρκεί να αναφέρουμε ότι από το 1980, οι μετοχές της Berkshire υπεραπόδοσαν της ευρύτερης αγοράς κατά τη διάρκεια έξι υφέσεων κατά μέσο όρο 4,41 ποσοστιαίες μονάδες.

Ας δούμε λοιπόν τι μάθαμε αυτόν το Σαββατοκύριακο από τον «γκουρού των αγορών» 

Καταρχάς, η εταιρεία σημείωσε άλμα 12,6% στα λειτουργικά κέρδη για το πρώτο τρίμηνο, κυρίως λόγω της ανάκαμψης των ασφαλιστικών δραστηριοτήτων του ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων. 

Οι επενδυτές πληροφορήθηκαν ότι το απόθεμα μετρητών της Berkshire αυξήθηκε στα 130,616 δις δολάρια από 128 δις δολάρια το τέταρτο τρίμηνο του 2022 και ότι ο Μπάφετ ήταν καθαρός πωλητής μετοχών το πρώτο τρίμηνο. Για την ακρίβεια, η Berkshire πούλησε μετοχές αξίας 13,2 δις δολαρίων, ενώ αγόρασε μόνο 2,8 δις δολάρια.

Όπως ήταν λογικό η κίνηση αυτή προκάλεσε καταιγισμό ερωτήσεων από τους επενδυτές, πολλές από τις οποίες επικεντρώθηκαν στην κατάσταση του τραπεζικού τομέα των ΗΠΑ και των προσδοκιών του Μπάφετ για την αγορά. 

Ο θρυλικός επενδυτής έδωσε μια ήρεμη οπτική για την αγορά, παρά την πρόσφατη αστάθεια και τις ανησυχίες για την οικονομία, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν βλέπει «κάποια αναταραχή μπροστά». 

Μεγάλη έμφαση έδωσε στις πιέσεις που ενδεχομένως να εμφανιστούν στην αγορά εμπορικών ακινήτων, δεδομένου ότι διανύουμε πλέον μια περίοδο αισθητά υψηλότερων επιτοκίων δανεισμού. 

Οι πιέσεις αυτές προφανώς και θα έχουν αντίκτυπο στον τραπεζικό κλάδο, όμως υπερθεμάτισε ότι πιστεύει πως οι «καταθέσεις είναι ασφαλείς». 

Δεν παρέλειψε όμως να ασκήσει αυστηρότατη κριτική στα στελέχη των χρεοκοπημένων τραπεζών, των οποίων τα λάθη τα χαρακτήρισε ως εξόφθαλμα και ως εκ τούτου θα πρέπει να λογοδοτήσουν για αυτά.

Κατηγόρησε επίσης τις ρυθμιστικές αρχές οι οποίες επιβλέπουν το τραπεζικό σύστημα για «στρεβλά κίνητρα», ενώ δεν παρέλειψε να στρέψει τα βέλη του τόσο στις ρυθμιστικές αρχές όσο και στους πολιτικούς αλλά και τον Τύπο για την ελλιπή ενημέρωση του αμερικανικού κοινού όσον αφορά την κρίση που πλήττει τις αμερικανικές τράπεζες. 

Όπως χαρακτηριστικά είπε:«Η κατάσταση στον τραπεζικό τομέα μοιάζει αρκετά με αυτό που συμβαίνει πάντα: ο φόβος είναι μεταδοτικός. Πάντα...Θα πρέπει να επιβληθούν κυρώσεις στα άτομα που προκάλεσαν τα προβλήματα».

Στο σημείο αυτό να τονίσουμε ότι ο Μπάφετ ήταν ένας από τους πρώτους που η κυβέρνηση Μπάιντεν είχε έρθει σε επαφή τον Μάρτιο σχετικά με τον ρόλο που θα μπορούσε να αναλάβει προκειμένου να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη. Ο Μπάφετ άλλωστε έχει παρέμβει και στο παρελθόν για να βοηθήσει τον τραπεζικό τομέα, αξιοποιώντας την επενδυτική του ιδιότητα και το οικονομικό του βάρος. 

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ένεση κεφαλαίων που δέχθηκε η Bank of America από τον Μπάφετ το 2011, όταν η μετοχή της σημείωνε βουτιά εν μέσω ζημιών από τα ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια μειωμένης εξασφάλισης. Όπως δήλωσε ο ίδιος το Σάββατο, διατηρεί ακόμα μετοχές της τράπεζας. 

Δεν μπορούμε όμως να μη σχολιάσουμε το γεγονός ότι μέχρι στιγμής δεν γνωστοποίησε καμία παρέμβαση του για την τρέχουσα κρίση. Ίσως γιατί ακριβώς θεωρεί ότι οι διοικήσεις των τραπεζών έχουν κάνει εξόφθαλμα και απαράδεκτα λάθη για να «αξίζουν» τη βοήθεια του.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ο Μπάφετ αναφέρθηκε στην First Republic Bank με πολύ αυστηρό τόνο, χαρακτηρίζοντας «παράλογο» το γεγονός ότι η τράπεζα προσέφερε τεράστια ενυπόθηκα δάνεια, χωρίς κρατική εγγύηση, με σταθερά επιτόκια και σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και για δέκα χρόνια. Όπως είπε χαρακτηριστικά:«Αυτό γίνονταν σε κοινή θέα, εξόφθαλμα και ο κόσμος το αγνοούσε μέχρι που έσκασε».

Τέλος, σημείωσε ότι παρά το γεγονός ότι τα προβλήματα στις τράπεζες ενδεχομένως να συνεχιστούν, οι καταθέτες μπορούν να είναι σίγουροι ότι τα χρήματά τους είναι ασφαλή, δεδομένου του κυβερνητικού backstop. 

Περνώντας στην οικονομία, ο Μπάφετ σημείωσε ότι οι επιχειρήσεις του θα δουν χαμηλότερα κέρδη από έτος σε έτος, καθώς η οικονομική δραστηριότητα επιβραδύνεται. 

Ωστόσο, ο εμφανίστηκε αισιόδοξος για τις προοπτικές των επενδύσεων αξίας αλλά και για τις ευκαιρίες που πιθανότατα θα εμφανιστούν μπροστά μας τους επόμενους μήνες. 

Ο Μπάφετ σχολίασε και την προσφιλή κουβέντα που έχει ανοίξει στην επενδυτική κοινότητα όσον αφορά την ισχύ του δολαρίου ως αποθεματικό νόμισμα, δηλώνοντας ότι δεν αναμένει ότι το δολάριο ΗΠΑ θα εκθρονιστεί από παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα, ακόμη και εν μέσω ανησυχιών για το ανώτατο όριο του χρέους. Όπως χαρακτηριστικά είπε: « δεν υπάρχει καμία επιλογή για αποθεματικό νόμισμα εκτός από το δολάριο ΗΠΑ». 

Σχολίασε επίσης το γεγονός ότι το Bitcoin κέρδισε δημοτικότητα μεταξύ των επενδυτών το 2021, λόγω της δυνατότητάς του να λειτουργεί ως αντιστάθμιση του πληθωρισμού, μετά την εκτύπωση δις δολαρίων στις ΗΠΑ. Πολλοί όμως εγκατέλειψαν αυτή την αφήγηση αφού το bitcoin έπεσε περισσότερο από 60% το 2022 εν μέσω του επίμονα υψηλού πληθωρισμού.

Περνώντας τώρα στα σχόλια του για συγκεκριμένες μετοχές, ο Μπάφετ για άλλη μια φορά αναφέρθηκε με θαυμασμό για την Apple, στην οποία η Berkshire κατέχει σχεδόν το 6%. 

Ο γκουρού των αγορών χαρακτήρισε την Apple:«...μια καλύτερη επιχείρηση από οποιαδήποτε δική μας. Είναι απλώς μια από τις καλύτερες εταιρείες στον κόσμο, ειλικρινά, με τον τρόπο που είναι τόσο διαφοροποιημένη, με τόσες πολλές διαφορετικές θυγατρικές».

Πρόσθεσε ότι η θέση του iPhone μεταξύ των καταναλωτών το καθιστά ένα «εξαιρετικό προϊόν». Ο Μπάφετ μάλιστα έδωσε ένα παράδειγμα προκειμένου να τονίσει την ιδιαίτερη θέση του iPhone στη συνείδηση των καταναλωτών: Οι άνθρωποι που πληρώνουν 1500 δολάρια για το iPhone, είναι πολλές φορές οι ίδιοι άνθρωποι που πληρώνουν 35.000 δολάρια για να έχουν ένα δεύτερο αυτοκίνητο. Αν κάποια στιγμή έπρεπε να επιλέξουν μεταξύ του δεύτερου αυτοκινήτου και του iPhone, θα επέλεγαν το iPhone και θα εγκατέλειπαν το δεύτερο αυτοκίνητο. 

Η Berkshire λοιπόν, παρά το γεγονός ότι μετάνιωσε για το γεγονός ότι μείωσε θέση πριν λίγα χρόνια, εντούτοις είναι εξαιρετικά χαρούμενη για το ποσοστό που διαθέτει ακόμα στην Apple και είναι ακόμα πιο χαρούμενη για κάθε 10% που ανεβαίνει η εταιρεία. 

Όσον αφορά τη συμμετοχή της Berkshire Hathaway στην Occidental Petroleum, ο Μπάφετ ξεκαθάρισε ότι δεν θα εξαγοράσει την Occidental Petroleum ώστε να πάρει τον έλεγχο, γιατί απλούστατα δεν υπάρχει λόγος για κάτι τέτοιο.

Τόσο ο Μπάφετ όσο και ο συνέταιρος του, ο 99χρονος Τσάρλι Μάνγκερ, μίλησαν και γενικότερα για τους υδρογονάθρακες, υποστηρίζοντας ότι υπήρξαν «ψευδείς ισχυρισμοί» για την κλιματική αλλαγή και δεν είναι τόσο σίγουροι για το πόσο άσχημη θα αποδειχθεί τελικά. 

Παρά ταύτα, η ενεργειακή μετάβαση είναι λογική για ορισμένους βασικούς λόγους. «Ακόμα και αν δεν ανησυχούσαμε για την υπερθέρμανση του πλανήτη, θα ήταν λογικό να στραφούμε στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για να διατηρήσουμε τους υδρογονάνθρακές μας...Υπάρχουν ορισμένα πράγματα που μπορούν να κάνουν οι υδρογονάνθρακες που τίποτα άλλο δεν μπορεί να κάνει» κατέληξε ο Μάνγκερ. 

Ειδική μνεία έγινε επίσης και για τις επενδυτικές επιλογές του Μπάφετ στην Ιαπωνία. Μάλιστα ο γερόλυκος της Wall είναι «ευχάριστα έκπληκτος» με καθεμία από τις πέντε μεγάλες ιαπωνικές εμπορικές εταιρείες και ως εκ τούτου αύξησε τα μερίδιά του τον περασμένο μήνα.

Πρόκειται για τις Mitsubishi Corp., Mitsui, Itochu Corp., Marubeni και Sumitomo που είχαμε ως στήλη παρουσιάσει αναλυτικά το 2020.(σ.σ: Περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ.)

Στο σημείο αυτό να τονίσουμε ότι τον Απρίλιο, ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Berkshire Hathaway αποκάλυψε ότι αύξησε τα μερίδιά του σε καθεμία από τις εταιρείες στο 7,4%. Έκανε μάλιστα ένα ταξίδι στην Ιαπωνία προκειμένου να δείξει την υποστήριξη του στις επιχειρήσεις.

Κλείνοντας τα βασικά σημεία συνάντησης των μετόχων της Βerkshire να αναφέρουμε ότι έγινε ειδική μνεία για την Τεχνητή Νοημοσύνη, με πιο χαρακτηριστική ίσως τη δήλωση του Μάνγκερ ότι θα δούμε μεν πολύ περισσότερη ρομποτική στον κόσμο, αλλά παραμένει «δύσπιστος» για κάποια σημεία της διαφημιστικής εκστρατείας για την ΑΙ, αν και δεν αμφισβητεί ότι θα αλλάξει ταχύτατα πολλούς βιομηχανικούς κλάδους. 

Αναφέρθηκε επίσης η ένταση μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας η οποία σύμφωνα με τους Μπάφετ και Μάνγκερ είναι αδικαιολόγητα επιζήμια και για τις δύο χώρες.

Η σύγκρουση είναι «ηλίθια, ηλίθια, ηλίθια», όπως είπε χαρακτηστικά ο Μάνγκερ, προσθέτοντας ότι κάθε πλευρά θα πρέπει να απαντήσει «στη βλακεία με καλοσύνη». Οι ΗΠΑ πρέπει να τα πάνε καλά με την Κίνα και να έχουν και πάλι ένα ελεύθερο εμπόριο με το αναπτυσσόμενο έθνος.

Τέλος, στο ερώτημα των δημοσιογράφων για το θέμα της διαδοχής του από τον Γκρεγκ Έιμπελ- είναι ο αντιπρόεδρος για τις μη ασφαλιστικές δραστηριότητες του Ομίλου- ο Μπάφετ υπονόησε ότι θα θα υπάρξει μια ομαλή μετάβαση εξουσίας χωρίς όμως για ακόμη μια φορά να προσδιορίζει τον χρόνο. 

 

Αποποίηση Ευθύνης

Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά,συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.