Το γερμανικό αντίβαρο στα επενδυτικά κίνητρα των ΗΠΑ
Shutterstock
Shutterstock

Το γερμανικό αντίβαρο στα επενδυτικά κίνητρα των ΗΠΑ

Τον τελευταίο καιρό έχει ανοίξει στους βιομηχανικούς κύκλους της Ευρώπης η τεράστια κουβέντα όσον αφορά την ανάγκη για επενδύσεις σε έργα για πράσινη ενέργεια από τη μια και το «φτωχό» περιβάλλον ουσιαστικών επιδοτήσεων σχέση με ΗΠΑ ή Καναδά από την άλλη.

Μάλιστα πολλές ευρωπαϊκές εταιρείες, από τις αυτοκινητοβιομηχανίες όπως η ΒMW και η Αudi, έως τη Siemens Energy ή τη δική μας Μytilineos επεκτείνουν τις υπάρχουσες εγκαταστάστεις τους στις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά ή σχεδιάζουν νέα projects, προκειμένου να επωφεληθούν από το εξαιρετικά ευνοϊκό περιβάλλον. 

Ο IRA άλλαξε το τοπίο στις ΗΠΑ

Ο «νόμος Μπάιντεν» με στόχο τη μείωση του πληθωρισμού, γνωστός με το ακρωνύμιο IRA -Inflation Reduction Act –έφερε πραγματικά τα πάνω κάτω στο τοπίο των πράσινων επενδύσεων, καθώς μεταξύ άλλων παρέχει επιδοτήσεις και φορολογικές ελαφρύνσεις ύψους εως και 430 δις δολαρίων για πράσινες επενδύσεις, όπως είναι τα ηλιακά, τα υδροηλεκτρικά και αιολικά πάρκα, τα αστικά στερεά απόβλητα,τη γεωθερμία, τις τεχνολογίες αποθήκευσης ενέργειας, τα έργα πράσινου υδρογόνου και τις κυψέλες καυσίμων, τη βιομάζα, τη δέσμευση άνθρακα από την ατμόσφαιρα κ.α.

Για να μιλήσουμε πιο συγκεκριμένα, μέχρι το 2025, μέσω του IRA παρέχονται φορολογικές εκπτώσεις 30% και επιδότηση 2,75 σεντς/ KWh για μονάδες ΑΠΕ ισχύος μέχρι 1 MW. Οι μονάδες άνω του ενός MW έχουν φορολογική ελάφρυνση 6% και επιδότηση 0,5 σεντ/ kWh.

Την ίδια στιγμή η αμερικανική κυβέρνηση δίνει και ένα πλήθος κινήτρων μέσω exta επιδοτήσεων για ενεργειακές κοινότητες, έργα σε ινδιάνικη γη ή σε περιοχές με εξορυκτική δυνατότητα κ.ο.κ

Ο Καναδάς μπήκε δυναμικά στο παιχνίδι

Ο Καναδάς όταν είδε ότι κινδυνεύει να χάσει επενδύσεις στην πράσινη ενέργεια λόγω του ανταγωνιστικότερου περιβάλλοντος των ΗΠΑ αντέδρασε σχεδόν ακαριαία διπλασιάζοντας τις επιχορηγήσεις και δίνοντας γενναίες φορολογικές ελαφρύνσεις για τις επενδύσεις ΑΠΕ.

Σε κάποιες περιπτώσεις τα κίνητρα αυτά μπορούν να αυξήσουν την αξία ορισμένων έργων κατά περισσότερο από 50% κατά τη διάρκεια της ζωής τους, καθιστώντας τον Καναδά το δεύτερο πιο ελκυστικό μέρος για επενδύσεις ΑΠΕ, μετά τις ΗΠΑ. 

Μερικά από τα μέτρα είναι η επιστρεπτέα φορολογική πίστωση 30% επί του κόστους κεφαλαίου των επενδύσεων έως το 2034, η απόσβεση του κόστους του συστήματος ηλιακής ενέργειας με συντελεστή επιταχυνόμενης αποζημίωσης κεφαλαιουχικών δαπανών 100% κατά το πρώτο έτος, μη επιστρεπτέες συνεισφορές –σε κάποιες περιπτώσεις εως και 50%- σε έργα πράσινων τεχνολογιών που θα αφορούν τον αγροτικό κλάδο και τον κλάδο της μεταποίησης, κ.α.

Τα φορολογικά κίνητρα και οι επιδοτήσεις του Καναδά ήρθαν πρόσφατα στο προσκήνιο μετά την ανακοίνωση από τη MYTILINEOS M Renewables για την αγορά χαρτοφυλακίου 5 φωτοβολταϊκών έργων στην Αλμπέρτα του Καναδά από τη Westbridge Renewable Energy Corp, με αναμενόμενη συνολική ισχύ 1,4 GW κατά την εμπορική λειτουργία.

Όπως υπογράμμισε κατά τη διάρκεια της γενικής συνέλευσης ο κ. Μυτιληναίος, μόνο από την επιδότηση της τάξης του 30% από την καναδική κυβέρνηση, το IRR της επένδυσης ανεβαίνει κατά 2 έως 2,5 μονάδες! 

Μάλιστα ο κ.Μυτιληναίος εκθείασε το γεγονός ότι στις ΗΠΑ και τον Καναδά όταν αποφάσισαν να ενεργήσουν, έδρασαν καταλυτικά και ουσιαστικά, σε αντίθεση με το Critical Materials Act της ΕΕ που έχει την ισχύ «ευχολόγιου». 

Γι’αυτό άλλωστε και πολλές ενεργοβόρες βιομηχανίες έχουν ανακοινώσει μεταφορά έδρας και νέες επενδύσεις σε περιοχές όπως η Β. Αμερική και η Άπω Ανατολή. Όπως χαρακτηριστικά είπε: «Οι Ευρωπαίοι δεν βάζουν χρήματα στο τραπέζι. Σε ενθαρρύνουν ως επιχείρηση να κάνεις πράγματα, όταν οι Βορειοαμερικανοί, στην πραγματικότητα σε επιδοτούν για να επενδύσεις».

Η Γερμανία ετοιμάζει την απάντηση της

Είτε πρόκειται για την κατασκευή ηλεκτρικών αυτοκινήτων, είτε για την παραγωγή πράσινου υδρογόνου ή για την ανακύκλωση μετάλλων ,το πακέτο των επιδοτήσεων και των φορολογικών κινήτρων από ΗΠΑ και Καναδά προσελκύει όπως είναι φυσικό τις ευρωπαϊκές εταιρείες.

Σύμφωνα με μια πρόσφατη έκθεση της γερμανικής ένωσης βιομηχανίας BDI, το 16% τωνεταιρειών που συμμετείχαν στην έρευνα βρισκόταν σε διαδικασία ενεργού μετατόπισης τμημάτων της παραγωγής στο εξωτερικό και ένα επιπλέον 30% το εξετάζει.

Η τάση φυγής των ευρωπαϊκών βιομηχανιών προς ελκυστικότερες αγορές όσον αφορά το καθεστώς των «πράσινων» επενδύσεων και επιδοτήσεων είναι κάτι που απασχολεί εδώ και καιρό τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, καθώς πιστεύουν ότι πολλές από αυτές τις επιδοτήσεις στην ουσία στρεβλώνουν την αγορά εμπεριέχοντας «απαιτήσεις τοπικού περιεχομένου» που έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τους κανόνες που έχει θεσπίσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου. 

Η μεγαλύτερη βιομηχανική δύναμη της Ευρώπης, η Γερμανία, αναγνωρίζοντας τον κίνδυνο «μετοίκισης» πολλών βιομηχανιών, εγκαινιάζει ένα πρόγραμμα που θα διαθέσει δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ για επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν σημαντικό ενεργειακό κόστος, σε μια προσπάθεια να βοηθήσει τον βιομηχανικό τομέα της να χρηματοδοτήσει την απαραίτητη στροφή προς την παραγωγή με μηδενικούς ρύπους, με στόχο την εκπλήρωση της δέσμευσης της να γίνει ουδέτερη στις εκπομπές άνθρακα έως το 2045,

Το πρόγραμμα, σύμφωνα με πηγές πολλών διεθνών μέσων αναμένεται να έχει ύψος 50 δις ευρώ για τα επόμενα 15 χρόνια. Ένα μέρος των χρημάτων αυτών θα εξασφαλισθεί από το Ταμείο για το Κλίμα, το οποίο τροφοδοτείται κυρίως από έσοδα από την εμπορία εκπομπών ρύπων. Τα υπόλοιπα «αναζητούνται» από τον προϋπολογισμό της Γερμανίας , με τις συζητήσεις στο υπουργείο Οικονομίας να έχουν ξεκινήσει ήδη εδώ και εβδομάδες.

Ο στόχος δεν είναι άλλος από το να αποτελέσει το γερμανικό πρόγραμμα για τις πράσινες επενδύσεις ένα δυνατό αντίβαρο στα αντίστοιχα προγράμματα των ΗΠΑ και του Καναδά προκειμένου να μην απομακρυνθούν οι ευρωπαϊκές εταιρείες από τη Γηραιά Ήπειρο.

Ειδικότερα, τα γερμανικά «συμβόλαια για την προστασία του κλίματος» φιλοδοξούν να δώσουν την απαραίτητη οικονομική υποστήριξη στους κατασκευαστές χάλυβα, τσιμέντου, χαρτιού και χημικών αλλά και στις αυτοκινητοβιομηχανίες, ώστε να φέρουν εις πέρας τις επενδύσεις που θα τους εξασφαλίσουν το «πράσινο» πρόσημο σε μια εποχή που η συγκυρία πραγματικά δεν είναι ευνοϊκή. 

Όπως χαρακτηριστικά δήλωσε ο υπουργός Οικονομίας Robert Habeck στην πρώτη παρουσίαση στον Τύπο των γενικών γραμμών του γερμανικού σχεδίου: «Βρισκόμαστε σε μια περίοδο παρατεταμένης ύφεσης, σε μια εξαιρετικά δύσκολη οικονομικά περίοδο…την ίδια στιγμή που σε άλλα μέρη του κόσμου, από τις Ηνωμένες Πολιτείες μέχρι την Ασία, προσφέρουν επενδυτικά κίνητρα, η Γερμανία υπόκειται σε αυστηρότερες απαιτήσεις όσον αφορά τον προϋπολογισμό και τη διατήρηση του χρέους υπό έλεγχο...Παρόλα αυτά, δεν μπορεί να είναι σωστό να μην παρέχονται επενδυτικά κίνητρα και επενδυτικές ωθήσεις σε αυτή τη φάση. Παρατηρούμε μάλλον μια αδυναμία στις επενδύσεις και στην καινοτομία στην Ευρώπη και τη Γερμανία».

Δεδομένου ότι η αναγνώριση του προβλήματος καλύπτει τον μισό δρόμο για την επίλυση του, η δήλωση του Robert Habeck μας δείχνει ότι η Γερμανία είναι στον σωστό δρόμο προκειμένου να γίνει πιο ανταγωνιστική. 

Σύμφωνα με τις πρώτες λεπτομέρειες που έδωσε ο Habeck, οι εταιρείες έχουν στη διάθεσή τους δύο μήνες για να εκδηλώσουν ενδιαφέρον για το πρόγραμμα, προτού ξεκινήσει η διαδικασία των δημοπρασιών, κατά την οποία οι χαμηλότερες προσφορές θα κερδίσουν.

Οι επιχειρήσεις που εκπέμπουν 10 κιλοτόνους CO2 ή περισσότερο ετησίως θα είναι

επιλέξιμες για τη διαδικασία δημοπρασίας, ανοίγοντάς τη ουσιαστικά για τις χιλιάδες

μεσαίου μεγέθους εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη χώρα, συμπεριλαμβανομένων των 

κατασκευαστών εξειδικευμένων χημικών προϊόντων, του πιο εκτεθειμένου τομέα στην αύξηση του ενεργειακού κόστους.

Το γεγονός ότι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις θα ληφθούν υπόψη σε αυτό το πρόγραμμα χρηματοδότησης είναι κάτι εξαιρετικά σημαντικό, ενώ φυσικά μένει να δούμε τις λεπτομέρειες οι οποίες θα καθορίσουν και κατά πόσον αυτό το πρόγραμμα θα μπορέσει να προσφέρει στη βιομηχανία την «ασφάλεια» και τα κίνητρα που αναζητά.

Τα πρώτα δείγματα γραφής

Η Γερμανία ήδη δείχνει εμπράκτως τη δέσμευση της να αλλάξει τους όρους του παιχνιδιού όσον αφορά τις επενδύσεις στις ΑΠΕ και να υποστηρίξει επί της ουσίας τις βιομηχανίες της.

Απόδειξη είναι η πρόσφατη απόφαση να διαθέσει περίπου 2 δις ευρώ για να βοηθήσει στη χρηματοδότηση ενός εργοστασίου πράσινου χάλυβα που σκοπεύει να κατασκευάσει η Thyssenkrupp στη βάση της στο Ντούισμπουργκ.

Τα πρώτα 700 εκατομμύρια ευρώ κεφαλαίων που δεσμεύτηκαν προέρχονται από το γερμανικό κρατίδιο της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, όπου βρίσκεται και η έδρα της Thyssenkrupp.

Η Γερμανία είναι σε στενή επαφή με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσον αφορά το συγκεκριμένο έργο, καθότι είναι σαφές ότι «η παραγωγή χάλυβα είναι σημαντική όχι μόνο για τη Γερμανία αλλά και για όλη την Ευρώπη» όπως χαρακτηριστικά δήλωσε μέλος του Υπουργείου Οικονομίας στο Reuters.

Στο πλαίσιο της κλιματικής στρατηγικής για την παραγωγή χάλυβα με βάση το υδρογόνο,

- tkH2Steel- η Thyssenkrupp σχεδιάζει να θέσει σε λειτουργία τη λεγόμενη

μονάδα άμεσης μείωσης σιδήρου -DRI- για την φιλική προς το κλίμα παραγωγή 2,5

εκατομμυρίων τόνων χάλυβα ετησίως με την έναρξη παραγωγής να είναι προγραμματισμένη για το 2026.

Η εταιρεία, εκτιμά το κόστος για την έκταση καθώς και την απαιτούμενη υποδομή σε πάνω από 2 δις ευρώ.

Η εγκατάσταση θα έχει ισχύ 220 MW και αποθηκευτική ικανότητα 235 MWh καθώς

συνολικά 690 μπλοκ μπαταριών ιόντων λιθίου θα τοποθετηθούν στην εγκατάσταση. 

Δεδομένου ότι επείγει η ανάγκη να ανανεωθεί ολόκληρη η διαδικασία παραγωγής προκειμένου να μηδενιστούν οι εκπομπές άνθρακα, ανάλογα έργα θα πρέπει να γίνουν από το σύνολο του ευρωπαϊκού βιομηχανικού κλάδου. To γερμανικό πρόγραμμα λοιπόν θα πρέπει όχι μόνο να γίνει υπόδειγμα και για άλλες χώρες αλλά και να εμπλουτιστεί ακόμα περισσότερο σε επίπεδο φορολογικών ελαφρύνσεων και επιδοτήσεων. 

Αποποίηση Ευθύνης

Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά,συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.