Σαν σήμερα, 7 Νοεμβρίου του 1913 γεννήθηκε στο Μοντοβί της Αλγερίας, ο Αλμπέρ Καμύ. Για τα παιδικά χρόνια του μεγάλου στοχαστή γράφει ο Κωστής Παπαγιώργης: «πατέρας του Αλμπέρ ήταν Αλσατός εργάτης και πέθανε στη μάχη του Μάρνη. Η μητέρα του είχε σπανιόλικη καταγωγή και εργαζόταν ως παραδουλεύτρα. Τα τρία μέλη της οικογένειας ζούσαν σε ένα διαμέρισμα δύο δωματίων. Το 1918 ο Καμύ πήγε στο δημοτικό σχολείο χάρη στον Λουί Ζερμαίν, που τον βοήθησε να κερδίσει μια υποτροφία. Το 1930 η φυματίωση κάνει για πρώτη φορά την εμφάνισή της, θέτοντας τέλος στην αθλητική του σταδιοδρομία (ποδόσφαιρο, κολύμβηση και μποξ)».
Δεν ξέρουμε τι έχασε ο αθλητισμός, το βέβαιο είναι ότι η σύγχρονη ευρωπαϊκή σκέψη κέρδισε για θεμέλιό της τα γραπτά του Καμύ. Ο άνθρωπος που έχτισε την αντιολοκληρωτική μας συνείδηση, που μας έμαθε πως την ελευθερία μπορούμε να τη διευρύνουμε, όχι όμως να την καταργήσουμε με σκοπό να την ξαναφτιάξουμε τάχα καλύτερη, - γιατί απλούστατα δεν υπάρχει καλύτερη ή χειρότερη ελευθερία -, μας χάρισε πολύ πριν από τον Ραιημόν Αρόν το δοκίμιο «Ο επαναστατημένος άνθρωπος» με το οποίο ξετίναξε τους ριζοσπαστικούς προοδευτικούς και κάθε αριστερό δικτάτορα, από τους Στάλιν, Μάο και Τίτο, ως τους Κάστρο και Χο Τσι Μινχ. Η επίδραση που είχε ο Καμύ στο στοχασμό της Δύσης τον έφερε στις 10 Δεκεμβρίου του 1957 στη Σουηδική Ακαδημία η οποία του απένειμε το βραβείο Νόμπελ. Στην ομιλία του Καμύ στην Στοκχόλμη μπορεί κανείς να βρει συμπυκνωμένη την πεμπτουσία της πολιτικής του σκέψης. Παραθέτουμε ένα απόσπασμά της καθώς αρθρώνεται ακόμη σήμερα με αστραφτερή σαφήνεια και πνευματική γενναιότητα σε μια περίοδο που η Ιστορία κάνει παράδοξα γυρίσματα.
Να πώς περιγράφει τον ρόλο του καλλιτέχνη: «Προσωπικά δεν μπορώ να ζήσω χωρίς την τέχνη μου, αλλά δεν τοποθέτησα ποτέ την τέχνη αυτήν πάνω απ’ όλα. Αν, αντίθετα, μου είναι απαραίτητη, αυτό συμβαίνει γιατί είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τους ανθρώπους, και μου επιτρέπει να ζω, έτσι όπως είμαι, στο ίδιο επίπεδο με όλους τους άλλους.
Η τέχνη δεν είναι στα μάτια μου μοναχική απόλαυση, είναι μέσο να συγκινεί κανείς το μεγαλύτερο δυνατό αριθμό ανθρώπων, προσφέροντάς τους προνομιούχα εικόνα των κοινών πόνων και ευχαριστήσεων – δεν επιτρέπει στον καλλιτέχνη ν’ απομονωθεί, τον υποτάσσει στην πιο ταπεινή και την πιο παγκόσμια αλήθεια. Και συχνά αυτός που διάλεξε τη μοίρα του καλλιτέχνη, γιατί αισθανόταν διαφορετικός, μαθαίνει πολύ γρήγορα πως δεν θα θρέψει την τέχνη του όντας διαφορετικός, αλλά ομολογώντας την ομοιότητά του με τους άλλους.
Ο καλλιτέχνης σφυρηλατείται μέσα σ’ αυτό το συνεχές πηγαινέλα από τον εαυτό του στους άλλους, ανάμεσα στην ομορφιά, που δεν μπορεί να την αρνηθεί, και την κοινότητα, απ’ όπου δεν μπορεί να ξεριζωθεί. Γι’ αυτόν το λόγο οι αληθινοί καλλιτέχνες δεν περιφρονούν τίποτε· υποχρεώνονται να κατανοήσουν αντί να κρίνουν. Και αν πρέπει να πάρουν μια θέση σ’ αυτόν τον κόσμο, δεν μπορεί να είναι παρά η θέση σε μια κοινωνία όπου, σύμφωνα με το μεγάλο λόγο του Νίτσε, δεν θα βασιλεύει πια ο κριτής αλλά ο δημιουργός, είτε είναι διανοούμενος είτε εργάτης».Προτού ολοκληρώσει την ομιλία του, ο Καμύ αφήνει, μέσα λίγες γραμμές, ένα «Ευαγγέλιο» για τις μελλοντικές γενιές που ηχεί και σήμερα ολοζώντανο:
«Κάθε γενιά νομίζει ότι είναι προορισμένη να ξαναφτιάξει τον κόσμο. Η δική μου γενιά, όμως, γνωρίζει πως δεν θα τον ξαναφτιάξει. Αλλά η αποστολή της είναι, ίσως, πιο σπουδαία: να εμποδίσει να καταστραφεί ο κόσμος. Κληρονόμος μιας διεφθαρμένης ιστορίας, όπου συνυπάρχουν ανάμεικτα ξεπεσμένες επαναστάσεις, παράφρονες τεχνολογίες, πεθαμένοι θεοί και έκπτωτες ιδεολογίες, όπου ακόμη και καθεστώτα μετρίων μπορούν να καταστρέψουν τα πάντα, αλλά δεν μπορούν πια να πείσουν, όπου η νοημοσύνη ταπεινώθηκε ως το σημείο να γίνει υπηρέτρια του μίσους και της καταπίεσης, η γενιά αυτή όφειλε, τόσο στον εαυτό της όσο και στους άλλους, ν’ αποκαταστήσει με τις αρνήσεις της κάτι απ’ αυτό που δίνει αξιοπρέπεια στη ζωή και στο θάνατο.
Σ’ έναν κόσμο που απειλείται με διάλυση, όπου υπάρχει ο κίνδυνος ο μεγάλοι μας ιεροεξεταστές να εγκαταστήσουν για πάντα το βασίλειο του θανάτου, η γενιά μας γνωρίζει πως πρέπει, μετά από μια ξέφρενη κούρσα ενάντια στο χρόνο, να παγιώσει ανάμεσα στα έθνη μια ειρήνη που να μην ταυτίζεται με τη δουλεία, να συμφιλιώσει πάλι την εργασία και την πνευματική καλλιέργεια και να ξαναφτιάξει μ’ όλους τους ανθρώπους ένα νέο Δεκάλογο. Δεν είναι βέβαιο αν θα μπορέσει να ολοκληρώσει ποτέ αυτό το τεράστιο έργο, είναι όμως βέβαιο πως παντού μέσα στον κόσμο υπάρχει ήδη το διπλό στοίχημα της αλήθειας και της ελευθερίας και, σε κάθε περίπτωση, γνωρίζει να πεθαίνει χωρίς μίσος για τον κόσμο. Σε αυτήν τη γενιά αξίζει να απευθύνουμε χαιρετισμό και να την εμψυχώσουμε παντού όπου βρίσκεται και, κυρίως, όπου θυσιάζεται».
Ακούστε τον Αλμπέρ Καμύ να εκφωνεί τη μνημειώδη ομιλία στη Σουηδική Ακαδημία (με υπότιτλους στα αγγλικά) https://www.youtube.com/watch?v=M5QD-32MCv4