Οι αφιερωματικές πωλήσεις με αντικείμενα και έργα τέχνης που συνόδευσαν τη ζωή χαρισματικών ανθρώπων, συνηθίζεται στους μεγάλους οίκους του εξωτερικού. Μια τέτοια δημοπρασία, αφιερωμένη στον σερ Πίτερ Ουστίνοφ, πραγματοποίησε ο Sotheby’s στο Παρίσι, το διήμερο 6 και 7 Ιουλίου. Ανάμεσα στους 170 λαχνούς, με αναμνηστικά και τιμητικές διακρίσεις από μια σπουδαία διαδρομή, καθώς και με έργα γνωστών δημιουργών όπως ο Ρενουάρ και ο Φελίξ Βαλοτόν, βρίσκουμε και μία παρουσία με χρώμα ελληνικό.
Ο λαχνός 71 έφερε την υπογραφή του Νίκου Χατζηκυριάκου Γκίκα με τίτλο «Wild fig tree» (Άγρια συκιά). Φιλοτεχνημένη το 1959, αυτή η σύνθεση σε λάδι έχει διάσταση 91x72 εκ. Παρά το μεγάλο της μέγεθος, οι άνθρωποι του οίκου εκτίμησαν την αξία της σε τιμή σχετικά χαμηλή, από 5.000 έως 7.000 ευρώ. Τελικά, το έργο άλλαξε χέρια για ποσό τέσσερις φορές υψηλότερο από την υψηλή εκτίμηση. Ο νέος του κάτοχος δαπάνησε 28.000 ευρώ (35.560 με την προμήθεια).
Η σχέση του διάσημου ηθοποιού με την τέχνη είναι εξηγήσιμη, καθώς μητέρα του ήταν η Ναντέζντα Λεόντιεβα Μπενουά, ζωγράφος γνωστή ως Νάντια Μπενουά. Τη σχέση, όμως, του Ουστίνοφ με τον Έλληνα ζωγράφο μπορούμε να εντοπίσουμε στην Πινακοθήκη Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα, μια ανάσα από την Πλατεία Συντάγματος, στην οδό Κριεζώτου 3. Εκεί, ανάμεσα στις φωτογραφίες με αγαπημένους φίλους όπως ο Τεριάντ, ο Ζυλ Ντασσέν κι ο Γιάννης Μόραλης, φιγουράρει ο Πίτερ Ουστίνοφ.
Ο σερ Πίτε Ουστίνοφ με το ζεύγος Ντασσέν - Μερκούρη
Την χρονιά που ο Γκίκας υπογράφει την «αγριοσυκιά», έχει παραιτηθεί από καθηγητής στο Πολυτεχνείο και έχει επιστρέψει από ένα κομβικό ταξίδι που πραγματοποίησε στην Αμερική και στην Άπω Ανατολή. Επηρεασμένος από τις έντονες κινήσεις της Ιαπωνικής καλλιγραφίας και τη συνεχή ροή του πινέλου και της πένας, τα τοπία του, γίνονται πυκνότερα, ακολουθώντας εν μέρει τα κυβιστικά πρότυπα, τα οποία συνδυάζει με τον χρωματικό πλούτο και τις παραδοσιακές ιδιαιτερότητες του ελληνικού χώρου, κυρίως του τοπίου της Ύδρας.
Νίκος Χατζηκυριάκος Γκίκας, «Wild fig tree» (Άγρια συκιά). Πηγή φωτ.: Sotheby’s
Ο εν λόγω πίνακας απηχεί τον τρόπο που ο Γκίκας προσεγγίζει τη φύση. «Ο καλλιτέχνης ανακαλύπτει παλλόμενους ρυθμούς που προέρχονται από την οικεία σχέση του με τη φύση. Τους ανακαλύπτει στα φύλλα και στα έντομα, στο φως και στις σκιές που δημιουργούν τα δέντρα που επηρεάζονται από τον άνεμο, στο πέταγμα των πουλιών και στις αποχρώσεις των χρωμάτων» εξηγεί ο ίδιος στο «Μονόγραμμα» και φανερώνει τις προθέσεις του στην τέχνη: «Με άλλα λόγια, θέλω το θεατή να αισθανθεί το μαχαίρι που χρησιμοποιήθηκε για να χαράξει τη φύση. Τον θέλω να νιώσει ακόμα και τη μουσική, τους ήχους που προέρχονται από την ενορχήστρωση των διαφορετικών μορφών, των διαφορετικών σχημάτων, των διαφορετικών γραμμών και όχι μόνο από την ενορχήστρωση, αλλά, αν είναι δυνατόν, ακόμα και από την έμφυτη μυρωδιά που αποπνέουν, η οποία είναι η πιο ασύλληπτη αίσθηση όλων».
Το πίσω μέρος του πίνακα «Wild fig tree» (Άγρια συκιά) του Νίκου Χατζηκυριάκου Γκίκα. Πηγή φωτ.: Sotheby’s
Ο Χατζηκυριάκος-Γκίκας εκτός από τη ζωγραφική, τη γλυπτική και τη χαρακτική, ασχολήθηκε και με τη σκηνογραφία, σχεδιάζοντας σκηνικά και κοστούμια για αρκετά θεατρικά έργα, όπως οι «Νεφέλες» του Αριστοφάνη (Εθνικό Θέατρο 1951, Comédie française 1952), το μπαλέτο «Περσεφόνη» του A. Gide με μουσική I. Stravinsky (Covent Garden 1961).
Γεννημένος στην Αθήνα στις 26 Φεβρουαρίου του 1906, από μικρός δείχνει ιδιαίτερη κλίση στο σχέδιο και έτσι, μαθητής ακόμα, παίρνει μαθήματα ζωγραφικής από τον Κωνσταντίνο Παρθένη. Το 1922 πηγαίνει στο Παρίσι, όπου παράλληλα με τις σπουδές του στη Γαλλική Φιλολογία και την Αισθητική στη Σορβόνη, παρακολουθεί μαθήματα ζωγραφικής και χαρακτικής στην Académie Ranson, με δασκάλους τον Bissière και τον Δ. Γαλάνη.
Πραγματοποιεί την πρώτη του έκθεση στο Παρίσι το 1923, στο Salon des Tuileries και στο Salon des Surindependants και στη συνέχεια συμμετέχει σε πολλές ομαδικές εκθέσεις.
Η πρώτη του ατομική έκθεση οργανώνεται στο Παρίσι το 1927 στην Galerie Percier, ενώ η πρώτη του έκθεση στην Αθήνα, στην Αίθουσα Στρατηγοπούλου το 1928, συστεγάζεται με τα έργα του γλύπτη Μιχάλη Τόμπρου.
Ο Γκίκας στο εργαστήριό του το 1975 (αρχείο ΕΡΤ)
Καταξιωμένος ήδη καλλιτέχνης το 1934, εγκαταλείπει το Παρίσι και έρχεται να εγκατασταθεί στην Αθήνα. Στα 1935-1937 ο Γκίκας συνεργάζεται με τον αρχιτέκτονα Δ. Πικιώνη, τον ποιητή Τ. Παπατζώνη και το σκηνοθέτη Δ. Καραντινό στην έκδοση του περιοδικού «Το Τρίτο Μάτι».
Το 1937 επισκευάζει το σπίτι της οικογένειας Γκίκα στην ‘Υδρα, όπου ζωγραφίζει τα πρώτα του έργα στα οποία βρίσκει οριστικά τον εαυτό του, συνδυάζοντας τα διδάγματα του κυβισμού με τη φύση, το φως και την αρχιτεκτονική της Ελλάδας. Το 1941 εκλέγεται καθηγητής στην έδρα του Σχεδίου της Σχολής Αρχιτεκτόνων του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου, όπου και διδάσκει ως το 1958.
Το 1972 εκλέγεται τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και το 1986 επίτιμο μέλος της Royal Academy of Arts του Λονδίνου. Ανακηρύσσεται επίτιμος διδάκτωρ του Τμήματος Αρχιτεκτόνων της Πολυτεχνικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης (1982) και επίτιμος διδάκτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου των Αθηνών (1991).
Ο Γκίκας στο εργαστήριό του το 1975 (αρχείο ΕΡΤ)
Περισσότερες από 50 εκθέσεις του καλλιτέχνη έχουν οργανωθεί κατά καιρούς στην Αθήνα, το Παρίσι, το Λονδίνο, τη Γενεύη, το Βερολίνο, τη Νέα Υόρκη. Επίσης, εικονογράφησε ποικιλία βιβλίων, μεταξύ των οποίων την «Οδύσσεια» του Ν. Καζαντζάκη, το «Δάφνης και Χλόη» του Λόγγου, τα «Ποιήματα» του Κ. Καβάφη, και συνέγραψε βιβλία, μελέτες και άρθρα για την Αρχιτεκτονική και την Αισθητική, καθώς και δοκίμια για την ελληνική τέχνη. Ο καλλιτέχνης πεθαίνει στις 3 Σεπτεμβρίου του 1994.
Το 1986 δώρισε 46 έργα του στην Εθνική Πινακοθήκη, μέρος της οποίας παρουσιάζεται αυτόνομα στο ανακαινισμένο κτίριο, ενώ το 1991 δώρισε στο Μουσείο Μπενάκη το τριώροφο σπίτι του στην Αθήνα, με τον οικιακό εξοπλισμό και το εργαστήριό του. Το κτίριο λειτουργεί ως Πινακοθήκη Νίκου Χατζηκυριάκου – Γκίκα, παράρτημα του Μουσείου Μπενάκη.
Έργα του βρίσκονται σε πολλές ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα, στη Δυτική Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς και σε πολλά μουσεία, όπως στο Musée d’art moderne του Παρισιού, στην Tate Gallery του Λονδίνου, στο Metropolitan Museum of Art της Νέας Υόρκης.
(Οι βιογραφικές πληροφορίες προέρχονται από τον ιστότοπο του Μουσείου Μπενάκη)
Κεντρική φωτ.: Στο εργαστήριο της οδού Κριεζώτου 3, σημερινό Μουσείο Μπενάκη - Πινακοθήκη Χατζηκυριάκου Γκίκα